Όσιος Τίτος ο Θαυματουργός, 2 Απριλίου

Ο Όσιος Τίτος είχε ψυχή με θερμή αγάπη στο Θεό και τον πλησίον. Όπως ο Κύριος είχε πει στους μαθητές του, «ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με» ( Ιωάν., δ’ 34), δικό μου, δηλαδή, φαγητό είναι να πράττω το θέλημα Εκείνου (του Πατέρα Θεού) που με απέστειλε, έτσι συνέβαινε και στον όσιο Τίτο. Τροφή του ήταν να πράττει με κάθε τρόπο το θέλημα του ουρανίου Πατέρα και να χρησιμοποιεί τη ζωή του για την ηθική και πνευματική οικοδομή των αδελφών του.

Όταν έγινε μοναχός, έλαμψε με την φιλάδελφη συμπεριφορά του, την πραότητα και την επιείκεια. Ήταν χαρακτήρας που γνώριζε να παραβλέπει, να μακροθυμεί, να ανέχεται, να συνδιαλέγεται, να διαλύει τις παρεξηγήσεις, να κερδίζει γρήγορα την εμπιστοσύνη και να κατακτά τις καρδιές των άλλων. «Ετσι, έγινε πνευματικός ηγέτης μεγάλης αποδοχής και πλήθος λαϊκών και μοναχών ζητούσαν να ωφεληθούν από την συντροφιά του. Μάλιστα, ο Θεός αντάμειψε την καθαρότητα της ψυχής και της ζωής του με το χάρισμα να θαυματουργεί.

Αφού έμεινε σταθερός στην πίστη μέχρι τέλους της ζωής του, αποδήμησε στον Κύριο, αφήνοντας πίσω του πολλούς μιμητές.

Ἀπολυτίκιον  (Πατήστε εδώ για να το ακούσετε)
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀνατεθεῖς ἀπὸ παιδὸς τῷ Κυρίῳ, ἀγγελικῶς ἐπολιτεύσω ἐν κόσμῳ, καὶ τῶν θαυμάτων εἴληφας τὴν χάριν ἐκ Θεοῦ, ὅθεν ἐχρημάτισας, Μοναζόντων ἀλείπτης, Τίτε παμμακάριστε, καὶ σοφὸς οἰκονόμος. Ἄλλα μὴ παύση Πάτερ ἐκτενῶς, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, Θεὸν ἰλεούμενος.

Ευαγγέλιο Κυριακής, 31 Μαρτίου 2024

† ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ. «Γρηγορίου ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ Παλαμᾶ». Ὑπατίου ἐπισκόπου Γαγγρῶν ἱερομ. (†326), Ἀκακίου ὁμολογητοῦ ἐπισκόπου Μελιτινῆς.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Α´ 10 – 14, Β´ 1 – 3)

10 Κατ’ ἀρχάς συ Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί· 11 αὐτοὶ ἀπολοῦνται, σὺ δὲ διαμένεις· καὶ πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, 12 καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καὶ ἀλλαγήσονται· σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι. 13 πρὸς τίνα δὲ τῶν ἀγγέλων εἴρηκέ ποτε· κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου; 14 οὐχὶ πάντες εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν;

1 Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, μή ποτε παραρρυῶμεν. 2 εἰ γὰρ ὁ δι’ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος, καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν, 3 πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου, ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ (Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα)

10 Καὶ πάλιν λέγει ἡ Γραφὴ περὶ τοῦ Υἱοῦ· Σύ, Κύριε, ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς δημιουργίας ἐστήριξες τὴν γῆν σὰν ἐπάνω εἰς θεμέλιον στερεὸν καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σου εἶναι οἱ οὐρανοί. 11 Αὐτοὶ θὰ χαλασθοῦν καὶ θὰ ἀλλάξουν τὸ σημερινόν των σχῆμα. Σὺ ὅμως παραμένεις ἀναλλοίωτος καὶ ἀμετάβλητος. Καὶ ὅλος ὁ κόσμος σὰν ἔνδυμα θὰ παληώσῃ 12 καὶ σὰν ἐξωτερικὸν ροῦχον, ποὺ περιβάλλονται οἱ ἄνθρωποι, θὰ τὸν γυρίσῃς καὶ θὰ τὸν περιτυλίξῃς καὶ θὰ ἀλλάξῃ γινόμενος καινούργιος. Σὺ ὅμως εἶσαι πάντοτε ὁ ἴδιος καὶ τὰ ἔτη σου θὰ εἶναι ἀτελείωτα. 13 Πρὸς ποῖον δὲ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους ἔχει εἴπει ποτὲ ὁ ἐπουράνιος Πατήρ· κάθησε τώρα μετὰ τὴν ἀνάληψίν σου εἰς τὰ δεξιά μου, μέχρις ὅτου θέσω τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον, ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ πατοῦν τὰ πόδια σου διὰ νὰ ἔχῃς αἰωνίως ἀδιαφιλονείκητον τὴν ἐξουσίαν; Εἰς κανένα. 14 Δὲν εἶναι ὅλοι οἱ ἄγγελοι πνεύματα ὑπηρετικά, τὰ ὁποῖα δὲν ἐνεργοῦν ἀπὸ ἰδικήν των πρωτοβουλίαν, ἀλλ’ ἀποστέλλονται ἀπὸ τὸν Θεὸν εἰς ὑπηρεσίαν δι’ ἐκείνους, ποὺ μέλλουν νὰ κληρονομοῦν τὴν αἰώνιον ζωήν;

1 Αφοῦ λοιπὸν τόσον ὑπέροχος εἶναι ὁ Υἱός, δι’ αὐτὸ πρέπει καὶ ἡμεῖς περισσότερον νὰ προσέχωμεν εἰς ἐκεῖνα, ποὺ ἠκούσαμεν διὰ τοῦ κηρύγματος καὶ τὰ ὁποῖα εἶναι λόγοι τοῦ Υἱοῦ καὶ τῶν Ἀποστόλων του. Εἶναι ἐπείγουσα ἀνάγκη νὰ προσέχωμεν, μήπως ἐξ ἀπροσεξίας μᾶς συμβῇ νὰ παρασυρθῶμεν καὶ πέσωμεν ἔξω. 2 Ἀλλοίμονον δέ, ἐὰν πέσωμεν ἔξω. Διότι, ἐὰν ὁ νόμος, ποὺ ἐλέχθη εἰς τὸν Μωϋσῆν διὰ μέσου ἀγγέλων, ἀπεδείχθη βέβαιος καὶ ἰσχυρὸς καὶ πᾶσα παράβασίς του καὶ παρακοὴ ἔλαβε δικαίαν ἀνταπόδοσιν καὶ τιμωρίαν, 3 πῶς ἠμεῖς θὰ διαφύγωμεν τὴν τιμωρίαν, ἐὰν ἀμελήσωμεν μίαν τόσον μεγάλην καὶ σπουδαίαν σωτηρίαν; Ἡ σωτηρία αὐτὴ δὲν ἐλέχθη δι’ ἀγγέλων, ὅπως ὁ νόμος, ἀλλ’ ἀφοῦ ἤρχισε νὰ κηρύττεται ἀπὸ αὐτὸν τὸν Κύριον, μᾶς παρεδόθη ὡς βεβαία καὶ ἀξιόπιστος ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους, ποὺ τὴν ἤκουσαν ἀμέσως ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κυρίου.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ (ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Β´ 1 – 12)

1 Τω καιρώ εκείνω, εἰσῆλθεν ο Ιησούς εἰς Καπερναοὺμ δι’ ἡμερῶν καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. 2 καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοὶ, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον. 3 καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων. 4 καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον ἐφ’ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο. 5 ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. 6 ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν· 7 Τί οὗτος οὕτως λαλεῖ βλασφημίας; τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός; 8 καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ Ἰησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς εἶπεν αὐτοῖς· Τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 9 τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; 10 ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας – λέγει τῷ παραλυτικῷ· 11 Σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. 12 καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι Οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ (Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα)

1 Καὶ ὕστερα ἀπὸ μερικὰς ἡμέρας ἐμβῆκε πάλιν εἰς τὴν Καπερναούμ· καὶ ἔγινε γνωστόν, ὅτι εἶναι εἰς κάποιαν οἰκίαν. 2 Καὶ ἀμέσως ἐμαζεύθησαν πολλοί, ὥστε ἀφοῦ ἐγέμισεν ἡ οἰκία, νὰ μὴ χωροῦν πλέον τὸν λαὸν οὔτε τὰ πλησίον τῆς θύρας μέρη. Καὶ τοὺς ἐδίδασκε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. 3 Καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν καὶ τοῦ ἔφεραν κάποιον παραλυτικόν, ποὺ τὸν ἐσήκωναν ἐπάνω εἰς κρεββάτι τέσσαρες. 4 Καὶ ἐπειδὴ δὲν ἠμποροῦσαν ἐξ αἰτίας τοῦ πλήθους τοῦ λαοῦ νὰ τὸν πλησιάσουν, ἐξεσκέπασαν τὴν σκέπην εἰς τὸ μέρος, ὅπου ὁ Κύριος εὑρίσκετο καί, ἀφοῦ ἤνοιξαν τρῦπαν, ἔρριψαν κάτω σιγὰ τὸ κρεββάτι, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἦτο ἑξαπλωμενος ὁ παραλυτικός. 5 Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶδε τὴν πίστιν, ποὺ εἶχαν καὶ ὁ παραλυτικὸς καὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὸν ἔφεραν, λέγει εἰς τὸν παραλυτικόν, ὁ ὁποῖος εὑρίσκετο εἰς ἀνησυχίαν, μήπως αἱ ἁμαρτίαι του γίνουν ἐμπόδιον εἰς τὴν θεραπείαν του· τέκνον, σοῦ ἔχουν συγχωρηθῇ αἱ ἁμαρτίαι σου, αἱ ὁποῖαι εἶναι καὶ ἡ αἰτία τῆς σωματικῆς σου παραλύσεως. 6 Ἦσαν δὲ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐκάθηντο ἐκεῖ καὶ διελογίζοντο εἰς τὸ ἐσωτερικόν των καὶ εἰς τὰς διανοίας των· 7 Διατὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ὁμιλεῖ ἔτσι καὶ ἐκστομίζει βλασφημίας; Ποῖος ἄλλος ἠμπορεῖ νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίας, παρὰ μόνον ἕνας, ὁ Θεός; 8 Καὶ ἀμέσως ὁ Ἰησοῦς ἀντελήφθη ὑπερφυσικῶς μὲ τὸ φωτιζόμενον ἀπὸ τὴν θεότητά του πνεῦμα του, ὅτι αὐτοὶ διαλογίζονται μέσα τους ἔτσι, καὶ τοὺς εἶπε· Διατὶ δέχεσθε καὶ κυκλοφορεῖτε τέτοιους λογισμοὺς μέσα εἰς τὰς καρδίας σας; 9 Τί εἶναι εὐκολώτερον, τὸ νὰ εἴπω εἰς τὸν παραλυτικὸν εἶναι συγχωρημέναι αἱ ἁμαρτίαι σου ἢ νὰ τοῦ εἴπω, σήκω καὶ πάρε εἰς τὸν ὦμον σου τὸ κρεββάτι σου καὶ περιπάτει; Σεῖς θεωρεῖτε δυσκολώτερον τὸ τελευταῖον τοῦτο. 10 Διὰ νὰ μάθετε λοιπόν, ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, ὁ μοναδικὸς ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος, ὁ ὁποῖος θὰ ἔλθῃ καὶ πάλιν ἐπὶ τῶν νεφελῶν ὡς Κριτὴς ἔνδοξος, ἔχει ἐξουσίαν νὰ συγχωρῇ ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας – τότε ὁ Κύριος λέγει εἰς τὸν παραλυτικόν· 11 Εἰς σέ, ποὺ πιστεύεις, ὁμιλῶ· σήκω καὶ πάρε εἰς τὸν ὦμον σου τὸ κρεββάτι σου καὶ πήγαινε εἰς τὸν οἶκον σου. 12 Καὶ ἐσηκώθη ἀμέσως καὶ ἀφοῦ ἐπῆρε τὸ κρεββάτι του ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ σπίτι ἐκεῖνο ἐμπρὸς εἰς ὅλους, ὥστε τὸν εἶδαν μὲ τὰ μάτια των καὶ κατεπλάγησαν ὅλοι καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν λέγοντες, ὅτι ποτὲ ἕως τώρα δὲν εἴδαμεν ἔτσι, παραλυτικὸς μὲ μίαν προσταγὴν νὰ σηκώνεται ἀμέσως ὑγιὴς καὶ νὰ περιπατῇ.

Φιλανθρωπικό Τσάι Αγάπης

Ο Ορθόδοξος Ενοριακός Σύνδεσμος Γυναικών της ενορίας μας, σας προσκαλεί σε Φιλανθρωπικό Τσάι Αγάπης.

Η εκδήλωση θα λάβει χώρα στο ξενοδοχείο Πεύκος στη Λεμεσό, την Κυριακή 14 Απριλίου 2024, η ώρα 4.00 μ.μ.

Ομιλητής θα είναι ο Δρ. Γιάγκος Παπαδόπουλος, με θέμα ‘Καρκίνος, ένα βήμα μπροστά’

Η τιμή εισόδου θα είναι 13 ευρώ και τα έσοδα θα διατεθούν για Φιλανθρωπικούς σκοπούς.

Τέλος, εισιτήρια μπορείτε να προμηθευτείτε από τις γυναίκες του Ενοριακού μας Συνδέσμου.

Οσία Γαβριηλία (Παπαγιάννη), η Κωνσταντινουπολίτις, η εν Λέρω τελειωθείσα, 28 Μαρτίου

Η μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη (Αυρηλία) γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου του 1897 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Ηταν το μικρότερο παιδί της οικογένειας Παπαγιάννη, που ήταν ιδιαίτερα εύπορη. Λέγεται ότι η μεγάλη της αδελφή, η Βασιλική, ήταν εκείνη που της πρωτομίλησε για τον Θεό. Μαζί με τα παραμύθια που της διάβαζε, της έλεγε ιστορίες από το Ευαγγέλιο και την Παλαιά Διαθήκη.

Το 1923 μ.Χ., κατά την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, η οικογένειά της απελάθηκε και βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη.

Η νεαρή, τότε, Αυριηλία εισήχθε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ήταν η δεύτερη γυναίκα που εισήχθη σε ελληνικό πανεπιστήμιο), όπου και έλαβε πτυχίο στη Φιλοσοφία. Σύμφωνα με τον βίο της, αγαπούσε τα φυτά, «μέχρι το τέλος της ζωής της μιλούσε μαζί τους», για αυτό και νωρίτερα είχε αποφοιτήσει απο τη Σχολή Γεωπονικής του Estavayer-le-Lac στην Ελβετία.

Στην Αθήνα μετέβη το 1932 μ.Χ., όπου έπιασε δουλειά σε μία ψυχιατρική κλινική. Μετά από ένα χρόνο βρέθηκε στην Αγγλία. Εκεί, για να τα βγάλει πέρα, έκανε διάφορες δουλειές, χωρίς, ωστόσο, να σταματήσει να φροντίζει και πάλι φτωχούς. Παράλληλα σπούδασε Ποδολογία και Φυσικοθεραπεία.

Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η γερόντισσα επέστρεψε στην Ελλάδα. Στην Αθήνα άνοιξε ιατρείο φυσικοθεραπείας, όπου και πάλι βοηθούσε απόρους.

Καταλυτικό ρόλο στη μετέπειτα πνευματική της ζωή έπαιξε ο θάνατο της μητέρας της, το 1954 μ.Χ. Αφού έλαβε όρκο φτώχειας, παραχώρησε όλα τα υπάρχοντά της και αποφάσισε να φύγει στην Ινδία. Εκεί, για πέντε ολόκληρα χρόνια, στάθηκε στο πλευρό των λεπρών και έκανε τα αδύνατα δυνατά για την ανακούφισή τους. Στο διάστημα αυτό γνώρισε τη Μητέρα Τερέζα, τον Sivananda, τον ακτιβιστή κοινωνικό λειτουργό Baba Amte.

Μετά από τέσσερα χρόνια δωρεάν φυσιοθεραπείας σε απόρους, η Αυρηλία μετέβη στα όρη των Ιμαλαΐων, περνώντας έντεκα μήνες ως ερημίτρια. Το 1960 μ.Χ. έφτασε στην Κοινότητα της Αναστάσεως του Κυρίου της Βηθανίας όπου και δέχτηκε την μοναχική κουρά. Μετά την τριετή δοκιμασία της ως μοναχή, η Αυρηλία έλαβε το όνομα Γαβριηλία.

Εν συνεχεία στάλθηκε στην Κοινότητα Ταϊζέ στη Γαλλία από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, όπου η αποστολή της εκεί ήταν σύντομη. Στη συνέχεια, στάλθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου περιόδευσε σε εθνικές ελληνικές κοινότητες σε δεκαεπτά Πολιτείες και συνόδευσε πολλούς ψυχικά ασθενείς σε ψυχιατρικά νοσοκομεία στην Ευρώπη.

Μετά από σχεδόν μια δεκαετία περιοδειών, ομιλιών και προσφοράς στους ασθενείς, στάλθηκε στην Ανατολική Αφρική για τρία χρόνια για να κάνει ιεραποστολικό έργο.

Μετά από σύντομη ανάθεση εργασίας στη Γερμανία, η αδελφή Γαβριηλία στάλθηκε πίσω στην Ινδία, όπου παρέμεινε για τρία χρόνια. Το 1979 μ.Χ. της παραχωρήθηκε η χρήση ενός διαμερίσματος στην Αθήνα και έγινε «Γερόντισσα», όπου και συνήθιζε να δίνει συμβουλές σε κόσμο που την επισκεπτόταν. Κοντά στο τέλος της ζωής της, αποσύρθηκε σε ένα ερημητήριο στην Αίγινα, αλλά όταν εμφάνισε λέμφωμα Hodgkin επέστρεψε στην Αθήνα. Μετά τη θεραπεία της εγκατέλειψε την Αθήνα δύο χρόνια πριν από το θάνατό της και μετακόμισε στο νησί της Λέρου. Πέθανε στο νησί στις 28 Μαρτίου 1992 μ.Χ.

Ἀπολυτίκιον  (Πατήστε εδώ για να το ακούσετε)
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐνεργοῦ νῦν ἀγάπης σεμνὴν ἀσκήτριαν, Γαβριηλίαν, τῶν ὄντων ἐν συμφοραῖς ἀρωγὸν καὶ βροτῶν ἐμπεριστάτων τὴν ἀντίληψιν, ἱεραπόστολον Χριστοῦ νηπτικὴν ὡς προσφορᾶς ὑμνήσωμεν ἐκμαγεῖον, ἱλεουμένην τὸν Κτίστην ἡμῖν αὐτὴν τοῖς μακαρίζουσι.

Ευαγγέλιο Κυριακής, 24 Μαρτίου 2024

† ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ). Προεόρτια τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου· Ἀρτέμονος ἱερομάρτυρος, ἐπισκόπου Σελευκείας τῆς Πισιδίας (α΄ αἰ.).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΙΑ´ 24 – 26, 32 – 40)

24 Αδελφοί, πίστει Μωϋσῆς μέγας γενόμενος ἠρνήσατο λέγεσθαι υἱὸς θυγατρὸς Φαραώ, 25 μᾶλλον ἑλόμενος συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ ἢ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν, 26 μείζονα πλοῦτον ἡγησάμενος τῶν Αἰγύπτου θησαυρῶν τὸν ὀνειδισμὸν τοῦ Χριστοῦ, ἀπέβλεπεν γὰρ εἰς τὴν μισθαποδοσίαν.

32 Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει με γὰρ διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ, Σαμψών, Ἰεφθάε, Δαυῒδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, 33 οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, 34 ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· 35 ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· 36 ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· 37 ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, 38 ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐπὶ ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. 39 Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, 40 τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ (Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα)

24 Ἕνεκα τῆς πίστεώς του ὁ Μωϋσῆς, ὅταν ἐμεγάλωσε καὶ ἔγινεν ἄνδρας, ἠρνήθη νὰ ὀνομάζεται βασιλόπαις, υἱὸς τῆς θυγατέρας τοῦ Φαραώ. 25 Καὶ ἐπροτίμησεν ὡς καλύτερον νὰ κακοπαθῇ μαζὶ μὲ τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ παρὰ νὰ ἔχῃ πρόσκαιρον ἀπόλαυσιν ἁμαρτίας, νὰ ζῇ δηλαδὴ ἄνετα καὶ μὲ τιμὰς σὰν Αἰγύπτιος ἄρχων μὲ τοὺς εἰδωλολάτρας, ποὺ κατεπίεζαν τοὺς Ἰσραηλίτας. 26 Kai ἀπὸ τοὺς θησαυροὺς καὶ τὰ ἀγαθὰ τῆς Αἰγύπτου ἐθεώρησε μεγαλύτερον πλοῦτον τὰς περιφρονήσεις, ποὺ ὠμοίαζαν πρὸς τὸν ὀνειδισμὸν καὶ τὴν περιφρόνησιν, τὰ ὁποῖα ὑστερώτερα ὑπέστη ὁ Χριστὸς διότι εἶχε καρφωμένα τὰ μάτια του εἰς τὰς οὐρανίους ἀνταμοιβάς.

2 Καὶ τί ἀκόμη νὰ λέγω καὶ νὰ διηγοῦμαι; Πρέπει νὰ σταματήσω, διότι, δὲν θὰ μὲ ἀρκέσῃ ὁ χρόνος ἐὰν διηγοῦμαι διὰ τὸν Γεδεὼν καὶ τὸν Βαρὰκ καὶ τὸν Σαμψὼν καὶ τὸν Ἰεφθάε καὶ διὰ τὸν Δαβὶδ καὶ τὸν Σαμουὴλ καὶ τοὺς προφήτας. 33 Αὐτοὶ διότι εἶχαν πίστιν κατεπολέμησαν καὶ ὑπέταξαν βασίλεια, ἐκυβέρνησαν τὸν λαὸν μὲ δικαιοσύνην, ἐπέτυχαν τὴν πραγματοποίησιν τῶν ὑποσχέσεων, ποὺ τοὺς ἔδωκεν ὁ Θεός, ἐβούλωσαν καὶ ἔφραξαν στόματα λεονταριῶν, ὅπως ὁ Δανιήλ, 34 Ἔσβησαν τὴν καταστρεπτικὴν δύναμιν τῆς φωτιᾶς, διέφυγαν τὸν κίνδυνον νὰ σφαγοῦν μὲ μαχαίρια, ἔλαβον δύναμιν καὶ ἔγιναν καλὰ ἀπὸ ἀρρώστιες, ἀνεδείχθησαν ἰσχυροὶ καὶ ἀνίκητοι εἰς τὸν πόλεμον, ἔτρεψαν εἰς φυγὴν τὰς παρατάξεις καὶ τὰ πολυπληθῆ στρατεύματα τῶν ξένων καὶ ἐχθρῶν. 35 Διὰ τῆς πίστεως, ποὺ ειχαν εἰς τὴν ὑπερφυσικὴν δύναμιν τῶν προφητῶν αἱ γυναῖκες, τὰς ὁποίας ἀναφέρει ἡ Π. Διαθήκη, ἐπῆραν πάλιν ζωντανοὺς δι’ ἀναστάσεως τοὺς πεθαμένους των. Ἄλλοι δὲ ἐδέθησαν εἰς τὸ βασανιστικὸν ὄργανον, ποὺ ἐλέγετο τύμπανον καὶ ἐδάρησαν σκληρὰ μέχρι θανάτου, μὴ δεχθέντες νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστιν των καὶ ἔτσι νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὸ μαρτύριον· ἐπροτίμησαν δὲ τὸ σκληρὸν αὐτὸ μαρτύριον, διὰ νὰ ἐπιτύχουν ἀνάστασιν καλυτέραν ἀπὸ τὴν πρόσκαιρον ἀποκατάστασιν εἰς τὴν ζωὴν αὐτήν. 36 Ἄλλοι δὲ ἐδοκίμασαν ἐμπαιγμοὺς καὶ μαστιγώσεις, ἀκόμη δὲ δεσμὰ καὶ φυλακήν. 37 Ἐλιθοβολήθησαν, ἐπριονίσθησαν, ἐδοκίμασαν πολλοὺς πειρασμούς, ἀπέθανον μὲ τὸν διὰ μαχαίρας θάνατον, περιεφέροντο σὰν πλανόδιοι ἐδῶ καὶ ἐκεῖ· καὶ ἐφόρουν γιὰ ἐνδύματα προβατοδέρματα καὶ γιδοδέρματα, στερούμενοι, θλιβόμενοι καὶ κακοπαθοῦντες. 38 Τῶν ἁγίων αὐτῶν ἀνδρῶν δὲν ἦτο ἄξιος οὔτε ἠδύνατο νὰ συγκριθῇ πρὸς αὐτοὺς ὁλόκληρος ὁ κόσμος. Ἐπεριπλανῶντο εἰς τὰς ἐρήμους καὶ εἰς τὰ βουνὰ καὶ εἰς τὰ σπήλαια καὶ εἰς τὰς τρύπας τῆς γῆς. 39 Καὶ ὅλοι αὐτοί οἰ ἅγιοι ἄνδρες, καίτοι ἔλαβαν ἐγκωμιαστικὴν μαρτυρίαν διὰ τὴν πίστιν των, δὲν ἀπήλαυσαν τὴν ὑπόσχεσιν τῆς οὐρανίου κληρονομίας. 40 Διότι ὁ Θεὸς προέβλεψε δι’ ἠμᾶς κάτι καλύτερον, ὥστε αὐτοὶ νὰ μὴ λάβουν εἰς βαθμὸν τέλειον τὴν σωτηρίαν χωρὶς ἡμᾶς, ἀλλὰ νὰ τὴν λάβωμεν ὅλοι μαζί. Ἔτσι ἠμεῖς εὑρισκόμεθα εἰς πλεονεκτικωτέραν θέσιν, διότι ὄχι μόνον ζῶμεν εἰς τοὺς χρόνους τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ἡ περίοδος τῆς ἀναμονῆς εἶναι μικροτέρα δι’ ἡμᾶς.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ (ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Α´ 44 – 52)

44 Τω καιρώ εκείνω, ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀκολούθει μοι. 45 ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. 46 εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· Ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. 47 καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Ἔρχου καὶ ἴδε. 48 εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· Ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. 49 λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· Πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε. 50 ἀπεκρίθη Ναθαναήλ καὶ λέγει αὐτῷ· Ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. 51 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψῃ. 52 καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ’ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ (Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα)

44 Τὴν ἄλλην ἡμέραν ἀπεφάσισεν ὁ Ἰησοῦς νὰ ἀναχωρήσῃ εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ εὑρίσκει τὸν Φίλιππον καὶ τοῦ λέγει· Ἀκολούθησέ με εἰς τὸ ταξίδιον, τὸ ὁποῖον πρόκειται νὰ κάμω. 45 Ἦτο δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ τὴν Βησθαϊδά, ἀπὸ τὴν πατρίδα τοῦ Ἀνδρέου καὶ τοῦ Πέτρου. 46 Εὑρίσκει ἐν τῷ μεταξὺ ὁ Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ἐκεῖνον, διὰ τὸν ὁποῖον ἔγραψεν ὁ Μωϋσῆς εἰς τὸν νόμον καὶ τὸν ὁποῖον προανήγγειλαν οἱ προφῆται, τὸν εὑρήκαμεν. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς, ὁ υἱὸς τοῦ Ἰωσήφ, καὶ κατάγεται ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ. 47 Ἀλλ’ ὁ Ναθαναὴλ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ, τὸ κακὸ καὶ ἄσημον αὐτὸ χωριό, μπορεῖ νὰ βγῇ τίποτε καλόν; Λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ Φίλιππος· Ἔλα καὶ ὅταν τὸν ἴδῃς μὲ τὰ μάτια σου, θὰ πεισθῇς. 48 Εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ νὰ ἔρχεται πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει δι’ αὐτόν· Νὰ ἕνας γνήσιος καὶ πραγματικὸς Ἰσραηλίτης, εἰς τὸν ὁποῖον δὲν ὑπάρχει πονηρία καὶ ἀνειλικρίνεια, ἀλλ’ ὁ ὁποῖος μὲ εὐθύτητα ποθεῖ νὰ ἀνεύρῃ τὴν ἀλήθειαν. 49 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ναθαναήλ· Ἀπὸ ποὺ μὲ γνωρίζεις; Καὶ πῶς εἶσαι πληροφορημένος περὶ τῆς εἰλικρινείας τῶν ἀποκρύφων σκέψεων καὶ ἐλατηρίων μου; Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπε· Προτοῦ νὰ σὲ φωνάξῃ ὁ Φίλιππος, ὅταν μακρὰν ἀπὸ κάθε μάτι ἀνθρώπου ἦσο κάτω ἀπὸ τὴν συκῆν καὶ προσηύχεσο, ἐγὼ μὲ τὸ ὑπερφυσικὸν καὶ θεῖον μάτι μου σὲ εἶδα. 50 Ἀπεκρίθη τότε ὁ Ναθαναὴλ καὶ τοῦ εἶπε· Διδάσκαλε, πράγματι σὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶσαι ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ ἐπεριμέναμε σύμφωνα μὲ τὰς προφητείας. 51 Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπεν· Ἐπειδὴ σοῦ εἶπα, ὅτι σὲ εἶδα κάτω ἀπὸ τὴν συκῆν, πιστεύεις; Θὰ ἴδῃς μεγαλύτερα καὶ θαυμαστότερα ἀπὸ αὐτά. 52 Καὶ λέγει εἰς αὐτόν· Ἐν πάσῃ ἀληθείᾳ σᾶς διαβεβαιῶ, ὅτι ἀπὸ τώρα, ποὺ ἤνοιξε κατὰ τὴν βάπτισίν μου ὁ οὐρανός, θὰ τὸν ἴδετε καὶ σεῖς ἀνοιγμένον καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ να ἀνεβαίνουν καὶ νὰ κατεβαίνουν ἐπὶ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε καὶ τέλειος ἄνθρωπος καὶ ὡς υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μοναδικὸς ἀντιπρόσωπος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ πρόκειται νὰ ἔλθῃ πάλιν κριτὴς ἔνδοξος καθήμενος ἐπὶ τῶν νεφελῶν. Θὰ ἀνεβαίνουν δὲ καὶ θὰ κατεβαίνουν οἱ ἄγγελοι διὰ νὰ ὑπηρετοῦν αὐτὸν καὶ τὴν Ἐκκλησίαν του.

Άγιοι Χρύσανθος και Δαρεία, 19 Μαρτίου

Οι Άγιοι Μάρτυρες Χρύσανθος και Δαρεία έζησαν κατά τους χρόνους του βασιλέως Νουμεριανού (243 – 284 μ.Χ.). Ο Άγιος Χρύσανθος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια και ήταν υιός επιφανούς ειδωλολάτρου, του Πολέμωνος. Όμως κατηχήθηκε στην χριστιανική πίστη από κάποιο Χριστιανό και βαπτίσθηκε. Όταν ο πατέρας του πληροφορήθηκε το γεγονός, τον φυλάκισε και, για να τον αποσπάσει από την χριστιανική πίστη, του έδωσε για γυναίκα του την ωραία Δαρεία, η οποία καταγόταν από την Αθήνα και ήταν ειδωλολάτρισσα.

Αντί όμως να προσελκύσει η Δαρεία τον σύζυγό της Χρύσανθο στην ειδωλολατρία, συνέβη το αντίθετο. Πίστεψε κι αυτή στον Χριστό και βαπτίσθηκε. Τότε τους κατήγγειλαν στον ύπαρχο Κελερίνο, ο οποίος τους παρέδωσε στον τριβούνο (διοικητή τάγματος) Κλαύδιο. Το μαρτύριο άρχισε. Αλλά η καρτερία και η επιμονή των μαρτύρων εξέπληξε τον Κλαύδιο, ο οποίος μαζί με την σύζυγό του Ιλαρία, τους υιούς του Ιάσονα και Μαύρο και τους στρατιώτες του πίστεψε στον Χριστό.

Στην συνέχεια έριξαν τους Αγίους Χρύσανθο και Δαρεία μέσα σε λάκκο και τους ενταφίασαν ζωντανούς. Ήταν το έτος 283 μ.Χ.

Ἀπολυτίκιον  (Πατήστε εδώ για να το ακούσετε)
Tὴν σύμπνουν ξυνωρίδα τῶν μαρτύρων τιμήσωμεν, Χρύσανθον ἁγνείας τὸ ἄνθος καὶ Δαρείαν τὴν πάνσεμνον· τῇ πίστει ἑνωθέντες γὰρ σεπτῶς, ἐδείχθησαν τοῦ Λόγου κοινωνοί, ἐναθλήσαντες νομίμως ὑπὲρ Χριστού καὶ σῴζουσι τοὺς ψάλλοντας· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι δι’ υμῶν πᾶσιν ἰάματα.

Ευαγγέλιο Κυριακής, 17 Μαρτίου 2024

† ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ. «Ἀνάμνησις τῆς ἀπὸ τοῦ παραδείσου ἐξορίας τοῦ πρωτοπλάστου Ἀδάμ». Ἀλεξίου ὁσ. τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ (†411).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΓ´ 11 – 14, ΙΔ´ 1 – 4)

1 Αδελφοί, καὶ τοῦτο, εἰδότες τὸν καιρόν, ὅτι ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι· νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. 12 ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. 13 ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, 14 ἀλλ’ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας.

1 Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. 2 ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. 3 ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. 4 σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ (Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα)

11 Ἂς πράττωμεν δὲ τὰ ἔργα αὐτὰ τῆς ἀγάπης ἀκούραστοι καὶ χωρὶς ἀναβολήν, γνωρίζοντες εἰς ποῖον καιρὸν ζῶμεν. Ζῶμεν εἰς ἐποχήν, ποὺ ἀπαιτεῖ ἐπειγόντως τὴν ἄσκησιν τῆς ἀρετῆς. Διότι εἶναι πλέον ὥρα νὰ σηκωθῶμεν ἀπὸ τὸν ὕπνον τῆς ἀμελείας, ποὺ μᾶς κάνει δυσκολοκινήτους εἰς τὸ ἀγαθόν. Διότι τώρα ἡ ἡμέρα τῆς δευτέρας παρουσίας, ἡ ὁποία θὰ σημάνῃ τὴν πλήρη ἀπολύτρωσιν τῶν πιστῶν, εἶναι πλησιέστερα πρὸς ἡμᾶς παρὰ τότε ποὺ ἐπιστεύσαμεν. Ἐὰν λοιπὸν τότε ἐδείξαμεν ζῆλον καὶ δραστηριότητα, πολὺ περισσότερον πρέπει νὰ τὰ δείξωμεν καὶ τώρα. 12 Ὁ παρὼν βίος, ποὺ μοιάζει μὲ νύκτα σκοτεινήν, ἐπροχώρησε, ἡ δὲ ἡμέρα τῆς μελλούσης ζωῆς ἐπλησίασε. Καὶ ἐὰν ἀκόμη ὁ Κύριος δὲν ἔλθῃ σύντομα διὰ τῆς δευτέρας του ἐνδόξου παρουσίας, ἔρχεται ὅμως διὰ τὸν καθένα μας διὰ τοῦ θανάτου. Πλησιάζει λοιπὸν διὰ τὸν καθένα μας ἡ ἡμέρα τῆς μελλούσης ζωῆς. Ἂς ἀποθέσωμεν λοιπὸν σὰν ἄλλα νυκτερινὰ ἐνδύματα τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, ποὺ γίνονται εἰς τὸ σκοτάδι, καὶ ἂς ἐνδυθῶμεν σὰν ἄλλα ὅπλα τὰ φωτεινὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς. 13 Ὅπως συμπεριφέρεται κανεὶς τὴν ἡμέραν, ποὺ τὰ βλέμματα πολλῶν τὸν παρακολουθοῦν, ἔτσι καὶ ἡμεῖς ἂς συμπεριφερθῶμεν μὲ εὐπρέπειαν καὶ εὐταξίαν· ὄχι μὲ ἄσεμνα φαγοπότια καὶ μέθας, οὔτε μὲ πράξεις αἰσχρότητος καὶ ἀσελγείας, οὔτε μὲ φιλονεικίας καὶ ζηλοτυπίας. 14 Ἀλλὰ φορέσατε σὰν ἔνδυμα τῆς ψυχῆς σας τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ὥστε εἰς τὴν ὅλην ζωήν σας νὰ ὁμοιάσετε τελείως πρὸς αὐτόν. Καὶ μὴ φροντίζετε διὰ τὴν σάρκα, πῶς νὰ ἰκανοποιῆτε τὰς παρανόμους ἐπιθυμίας της. Τέτοια πρέπει νὰ εἶναι ἡ συμπεριφορά σας μέσα εἰς τὴν κοινωνίαν ποὺ ζῆτε.

1 Υπάρχουν ὅμως καὶ μερικοὶ Χριστιανοὶ ἀδύνατοι εἰς τὴν πίστιν. Ἰδοὺ ποία πρέπει νὰ εἶναι καὶ πρὸς αὐτοὺς ἡ συμπεριφορά σας. Ἐκεῖνον, ποὺ ἀσθενεῖ κατὰ τὴν πίστιν καὶ ἐξαρτᾷ τὴν σωτηρίαν του καὶ ἀπὸ τὴν διάκρισιν φαγητῶν καὶ ἡμερῶν, πρέπει νὰ τὸν δέχεσθε μὲ καλωσύνην, χωρὶς νὰ συζητῆτε καὶ ἐπικρίνετε τὰς ἰδέας του. 2 Ἄλλος μὲν πιστεύει, ὅτι δὲν ἀπαγορεύεται νὰ φάγῃ πάντα τὰ φαγητά. Ὁ δὲ ἀσθενὴς κατὰ τὴν πίστιν τρώγει λάχανα καὶ ἀποφεύγει τὰ ἄλλα φαγητὰ ἐκ φόβου, μήπως μολυνθῇ ἀπὸ αὐτά. 3 Ἐκεῖνος, ποὺ λόγῳ τῆς ἰσχυροτέρας πίστεώς του τρώγει ἀπὸ ὅλα τὰ φαγητά, ἂς μὴ περιφρονῇ ὡς στενοκέφαλον ἐκεῖνον, ποὺ δὲν τρώγει ἀπὸ ὅλα. Καὶ αὐτός, ποὺ δὲν τρώγει ἀπὸ ὅλα, ἂς μὴ κατακρίνῃ ἐκεῖνον, ποὺ τρώγει. Διότι καὶ αὐτόν, ποὺ τρώγει ἀπὸ ὅλα, ὁ Θεὸς τὸν προσέλαβεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν του. 4 Ποῖος εἶσαι σύ, ποὺ κατακρίνεις ξένον δοῦλον; Ὄχι σέ, ἀλλὰ τὸν Θεὸν ἔχει Κύριον. Διὰ τὸν Κύριόν του λοιπὸν στέκεται ἢ πίπτει πνευματικῶς. Μάθε δὲ ὅτι, μολονότι σὺ τὸν κατακρίνεις, αὐτὸς θὰ σταθῇ στερεὸς εἰς τὴν πίστιν. Διότι ὁ Θεὸς εἶναι δυνατὸς νὰ τὸν ἀνορθώσῃ καὶ νὰ τὸν στερεώσῃ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ (ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ϛ´ 14 – 21)

14 Είπεν ο Κύριος. Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· 15 ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. 16 Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί, ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσιν τὸν μισθὸν αὐτῶν. 17 σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, 18 ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ· καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. 19 Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσιν καὶ κλέπτουσιν· 20 θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· 21 ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ (Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα)

14 Πρέπει δέ, ὅταν ζητῆτε τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν σας, συγχωρῆτε καὶ σεῖς τοὺς ἄλλους, διότι, ἐὰν συγχωρήσετε τοὺς ἀνθρώπους τὰ ἁμαρτήματα, ποὺ ἔκαμαν εἰς σᾶς, καὶ ὁ Πατήρ σας ὁ οὐράνιος θὰ συγχωρήσῃ καὶ εἰς σᾶς τὰ ἰδικά σας ἁμαρτήματα. 15 Ἐὰν ὅμως δὲν συγχωρήσετε εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὰ πρὸς σᾶς ἁμαρτήματά των, οὔτε ὁ Πατήρ σας θὰ συγχωρήσῃ τὰς πρὸς αὐτὸν ἁμαρτίας σας. 16 Ὅταν δὲ νηστεύετε, μὴ γίνεσθε σὰν τοὺς ὑποκριτὰς σκυθρωποὶ καὶ περίλυποι.Διότι ἀλλοιώνουν τὰ πρόσωπά των καὶ προσλαμβάνουν ὄψιν καὶ ἔκφρασιν καταβεβλημένου ἀπὸ τὰς στερήσεις ἀνθρώπου, διὰ νὰ φανοῦν εἰς τοὺς ἀνθρώπους ὅτι νηστεύουν.Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ὅτι ἔλαβαν ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ τοὺς ἐπαίνους τῶν ἀνθρώπων τὴν ἀμοιβήν των. 17 Σὺ ὅμως, ὅταν νηστεύης, ἄλειψε τὴν κεφαλήν σου καὶ νίψε τὸ πρόσωπόν σου, ὥστε νὰ φαίνεσαι χαρούμενος. 18 Καὶ νὰ μὴ φανῇς εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ὅτι νηστεύεις.Ἀλλὰ νὰ φανῇ ἡ νηστεία σου μόνον εἰς τὸν Πατέρα σου, ποὺ εἶναι μὲν ἀόρατος, ἀλλ’ εὑρίσκεται παρὼν καὶ εἰς αὐτὰ τὰ ἀπόκρυφα μέρη.Καὶ ὁ Πατήρ σου, ποὺ βλέπει εἰς τὰ κρυφά, θὰ σοῦ ἀποδώσῃ τὴν ἀμοιβήν σου εἰς τὰ φανερά. 19 Μὴ μαζεύετε χάριν τοῦ ἑαυτοῦ σας θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου ὁ σκόρος καὶ ἡ φθορὰ τῆς σαπίλας ἢ τῆς σκωρίας ἀφανίζουν τὰ ἀποθηκευόμενα εἴδη τοῦ πλούτου καὶ ὅπου κλέπται διατρυποῦν τοὺς τοίχους τῶν θησαυροφυλακίων σας καὶ τὰ κλέπτουν. 20 Μαζεύετε δὲ διὰ τοὺς ἑαυτούς σας θησαυροὺς εἰς τὸν οὐρανόν, ὅπου οὔτε σκόρος οὔτε σαπίλα καὶ σκωριὰ ἀφανίζουν τὰ θησαυριζόμενα καὶ ὅπου κλέπται δὲν τρυποῦν τοὺς τοίχους τῶν θησαυροφυλακίων οὔτε κλέπτουν. 21 Πρέπει δὲ νὰ θησαυρίζετε θησαυροὺς εἰς τὸν οὐρανόν, διὰ νὰ εἶναι καὶ ἡ καρδία σας προσκολλημένη εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὰ οὐράνια.Διότι ἐκεῖ, ὅπου θὰ εἶναι ὁ θησαυρός σας, θὰ εἶναι καὶ ἡ καρδία σας.

Όσιος Βενέδικτος ο εκ Νουρσίας, 14 Μαρτίου

Ο όσιος Βενέδικτος γεννήθηκε στη Νουρσία της Ιταλίας και έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ. Οι γονείς του ήταν ευγενείς και πλούσιοι, αλλά και αφοσιωμένα τέκνα της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και στο παιδί τους, με αγάπη και ταπεινό φρόνημα, εφάρμοσαν τη διαπαιδαγώγηση που συνιστά ο λόγος του Θεού: «Εκτρέφετε αυτά εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» (προς Έφεσίους, στ’ 4). Ν’ ανατρέφετε, δηλαδή, τα παιδιά σας, με παιδαγωγία και νουθεσία, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου. Έτσι και οι γονείς αυτοί ανέθρεψαν το γιο τους Βενέδικτο με θερμότατη ευσέβεια και φρόντισαν να του ανάψουν το ζήλο να εργασθεί σε κάτι μεγάλο και καλό υπέρ της Εκκλησίας. Ο Βενέδικτος όταν ενηλικιώθηκε, πράγματι ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες των γονέων του. Αφού αποχώρησε σ’ ένα φαράγγι στα Απέννινα όρη, επιδόθηκε στην προσευχή και τη μελέτη. Η τόσο αγία ζωή που έκανε, έγινε αιτία να αποκτήσει μεγάλη φήμη στους γύρω ορεινούς πληθυσμούς. Μέσα σε διάστημα είκοσι χρόνων, ήλθαν κοντά του 164 μοναχοί. Οπότε το έτος 540 ίδρυσε μοναστήρι, επάνω στο όρος Cassino. Υπήρξε ιδρυτής του μοναχικού τάγματος των Βενεδικτίνων, που υπάρχει μέχρι και σήμερα στη δυτική Εκκλησία. Ο όσιος Βενέδικτος πέθανε ειρηνικά το έτος 543, σε ηλικία 62 χρονών.

Ἀπολυτίκιον  (Πατήστε εδώ για να το ακούσετε)
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὴν φερώνυμον κλῆσιν ἀληθεύουσαν ἔδειξας, τοῖς ἀσκητικοῖς σου ἀγῶσι, θεοφόρε Βενέδικτε· υἱός γὰρ εὐλογίας τεθηλώς, ἀρχέτυπον ἐγένου καὶ κανών, τοῖς ἐκ πόθου μιμουμένοις τὴν σὴν ζωήν, καὶ ὁμοφώνως κράζουσι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Ευαγγέλιο Κυριακής, 10 Μαρτίου 2024

† ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ. «Μνεία τῆς δευτέρας καὶ ἐνδόξου παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». Κοδράτου τοῦ ἐν Κορίνθῳ καὶ τῶν σὺν αὐτῷ 5 μαρτύρων (†251). Ἀναστασίας τῆς πατρικίας, Μιχαὴλ Μαυροειδῆ νεομάρτυρος τοῦ ἐν Ἀδριανουπόλει (†1544).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α’ Η´ 8 – 13, Θ´ 1 – 2)

8 Αδελφοί, βρῶμα δὲ ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύομεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα. 9 βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν. 10 ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν; 11 καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι’ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν. 12 οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε. 13 διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω.

1 Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; οὐχὶ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; οὐ τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; 2 εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ (Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα)

8 Ἐνῷ δὲ ὁ ἀσθενὴς ἀδελφὸς βλάπτεται, σὺ δὲν ἔχεις νὰ κερδήσῃς τίποτε ἀπὸ τὸ φαγητὸν αὐτό. Δὲν εἶναι τὸ φαγητόν, ποὺ μᾶς παρουσιάζει εὐαρέστους εἰς τὸν Θεόν. Διότι οὔτε ἐὰν φάγωμεν, εὐδοκιμοῦμεν καὶ προοδεύομεν εἰς τὴν ἀρετήν, οὔτε ἐὰν δὲν φάγωμεν, ὑπολειπόμεθα καὶ μένομεν πίσω εἰς αὐτήν. 9 Προσέχετε ὅμως μήπως τὸ δικαίωμα αὐτό, ποὺ ἔχετε νὰ τρώγετε ἀπὸ ὅλα, ἀκόμη καὶ εἰδωλόθυτα, γίνῃ αἰτία νὰ ἁμαρτήσουν οἱ ἀσθενεῖς κατὰ τὴν πίστιν ἀδελφοί σας. 10 Ἑπόμενον δὲ εἶναι νὰ βλαβοῦν σοβαρά οἱ ἀσθενεῖς ἀδελφοί. Διότι, ἐὰν κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς ἴδῃ σέ, ποὺ ἔχεις τὴν ὀρθὴν γνῶσιν, νὰ κάθεσαι στὸ τραπέζι καποιου ναοῦ τῶν εἰδώλων, δὲν θὰ στερεωθῇ ἡ συνείδησίς του, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι ἀσθενὴς ἀδελφός, εἰς τὸ νὰ τρώγῃ τὰ εἰδωλόθυτα ὡς κάτι ἱερὸν καὶ εὐλαβείας ἄξιον; 11 Καὶ θὰ χαθῇ παρασυρόμενος εἰς εἰδωλολατρείαν ὁ ἀδελφός σου, ποὺ εἶναι ἀδύνατος πνευματικῶς, ἐξ αἰτίας τῆς ἰδικῆς σου γνώσεως. Ἀλλὰ διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ ἀδελφοῦ σου αὐτοῦ ὁ Χριστὸς ἐθυσίασε τὴν ζωήν του. 12 Καὶ ἔτσι διαπράττετε ἁμάρτημα, ἀπὸ τὸ ὁποῖον βλάπτονται μεγάλως οἱ ἀδελφοί, καὶ δι’ αὐτὸ εἶναι τοῦτο ἁμάρτημα εἰς τοὺς ἀδελφούς. Καὶ πληγώνετε καὶ κτυπᾶτε σκληρὰ τὴν συνείδησίν τους, ἡ ὁποία εἶναι ἀσθενὴς καὶ ἀδύνατος. Ἀλλ’ ὑποπίπτετε συγχρόνως καὶ εἰς ἁμάρτημα, τὸ ὁποῖον ἀναφέρεται εἰς αὐτὸν τὸν Χριστόν, ποὺ ἀπέθανε διὰ νὰ σώσῃ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτούς. 13 Δι’ αὐτὸ δέ, ἐὰν αὐτὸ ποὺ τρώγω γίνεται αἰτία σκανδάλου καὶ ἁμαρτίας εἰς τὸν ἀδελφόν μου, δὲν θὰ φάγω ποτὲ οἰονδήποτε εἶδος κρεάτων, διὰ νὰ μὴ σκανδαλίσω τὸν ἀδελφόν μου. Καὶ ἔρχομαι νὰ σᾶς δείξω, ὅτι διὰ τοὺς ἀσθενεῖς ἀδελφοὺς ἔκαμα καὶ ἑξακολουθῶ νὰ κάνω θυσίας τῶν δικαιωμάτων μου.

1 Δὲν εἶμαι Ἀπόστολος μὲ ἴσα δικαιώματα πρὸς τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους; Δὲν εἶμαι ἐλεύθερος ὅπως ὅλοι οἰ Χριστιανοί; Δὲν εἶδα τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον μας; Καὶ δὲν εἶσθε σεῖς τὸ ἔργον, ποὺ μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Κυρίου συνετέλεσα; 2 Ἐὰν δι’ ἄλλους δὲν εἶμαι Ἀπόστολος, τουλάχιστον ὅμως διὰ σᾶς εἶμαι Ἀπόστολος. Διότι ἡ σφραγῖδα, μὲ τὴν ὁποίαν πιστοποιεῖται ἐπίσημα τὸ ἀποστολικόν μου ἀξίωμα, εἶσθε διὰ τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου σεῖς, τοὺς ὁποίους ἑγὼ ὠδήγησα εἰς Χριστόν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ (ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΕ´ 31 – 46)

31 Είπεν ο Κύριος. Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ’ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ· 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ’ ἀλλήλων, ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου· 35 ἐπείνασα γὰρ καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με, 36 γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με. 37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; 38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; 39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ ἤλθομεν πρός σε; 40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 41 Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ· 42 ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 43 ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. 44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; 45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ’ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ (Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα)

31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν δόξαν του καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι θὰ εἶναι μαζί του, τότε θὰ καθήσῃ εἰς θρόνον ἕνδοξον καὶ λαμπρόν. 32 Καὶ θὰ συναχθοῦν ἐμπρός του ὅλα τὰ ἔθνη, ὅλοι δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ἔζησαν ἀπ’ ἀρχῆς τῆς δημιουργίας μέχρι τέλους τοῦ κόσμου, καὶ θὰ χωρίσῃ αὐτοὺς τὸν ἕνα ἀπὸ τὸν ἄλλον, καθὼς καὶ ὁ ποιμὴν χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ γίδια. 33 Καὶ θὰ στήσῃ τοὺς μὲν δικαίους, ποὺ εἶναι ἥμεροι σὰν τὰ πρόβατα, εἰς τὰ δεξιά του, τοὺς δὲ ἁμαρτωλούς, ποὺ εἶναι ἀτίθασοι καὶ ἄτακτοι σὰν τὰ γίδια, εἰς τὰ ἀριστερά του. 34 Τότε θὰ εἶπῃ ὁ βασιλεὺς εἰς ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι εἰς τὰ δεξιά του· Ἐλᾶτε σεῖς, ποὺ εἶσθε εὐλογημένοι ἀπὸ τὸν Πατέρα μου, λάβετε ὡς κληρονομίαν τὴν βασιλείαν, ποὺ ἔχει ἐτοιμασθῇ διὰ σᾶς, ἀφ’ ὅτου ἐθεμελιώνετο ὁ κόσμος. 35 Σᾶς ἀνήκει δὲ ἡ κληρονομία αὐτή, διότι ἐπείνασα καὶ μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἤμουν διψασμένος καὶ μὲ ἐποτίσατε, ξένος ἤμουν καὶ δὲν εἶχα ποὺ νὰ μείνω καὶ μὲ ἐπεριμαζεύσατε εἰς τὸ σπίτι σας, 36 γυμνὸς ἤμουν καὶ μὲ ἐνεδύσατε, ἀρρώστησα καὶ μὲ ἐπεσκέφθητε, μέσα εἰς φυλακὴν ἤμουν καὶ ἤλθατε νὰ μὲ ἰδῆτε καὶ νὰ μὲ παρηγορήσετε. 37 Τότε θὰ ἀποκριθοῦν εἰς αὐτὸν οἱ δίκαιοι καὶ θὰ εἶπουν· Κύριε, πότε σὲ εἴδαμεν πεινασμένον καὶ σὲ ἐθρέψαμεν, ἢ διψασμένον καὶ σοῦ ἐδώκαμεν νὰ πίῃς; 38 Πότε δὲ σὲ εἴδαμεν ξένον καὶ σὲ ἐπεριμαζεύσαμεν, ἢ γυμνὸν καὶ σὲ ἐνεδύσαμεν; 39 Πότε δὲ σὲ εἴδαμεν ἄρρωστον ἢ φυλακισμένον καὶ ἤλθαμεν νὰ σὲ ἐπισκεφθῶμεν; 40 Καὶ θὰ ἀποκριθῇ ὁ βασιλεὺς καὶ θὰ τοὺς εἶπῃ· Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ὅτι κάθε τι ποὺ ἐκάματε εἰς ἕνα ἀπὸ τοὺς πτωχοὺς αὐτοὺς ἀδελφούς μου, ποὺ ἐφαίνοντο ἄσημοι καὶ πολὺ μικροί, τὸ ἐκάματε εἰς ἐμέ. 41 Τότε θὰ εἴπῃ καὶ εἰς ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι εἰς τὰ ἀριστερά του· Σεῖς ποὺ ἀπὸ τὰ ἔργα σας ἐγίνατε καταραμένοι, πηγαίνετε μακρὰν ἀπὸ ἐμὲ εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον, ποὺ ἔχει ἐτοιμασθῆ διὰ τὸν διάβολον καὶ τοὺς ἀγγέλους του. 42 Διότι ἐπείνασα καὶ δὲν μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἐδίψασα καὶ δὲν μὲ ἐποτίσατε, 43 ξένος ἤμουν καὶ δὲν μὲ ἐπεριμαζεύσατε πρὸς φιλοξενίαν, γυμνὸς καὶ δὲν μὲ ἐνεδύσατε, ἄρρωστος ἤμουν καὶ μέσα εἰς τὴν φυλακὴν καὶ δὲν μὲ ἐπεσκέφθητε. 44 Τότε θὰ τοῦ ἀποκριθοῦν καὶ αὐτοὶ καὶ θὰ εἶπουν· Κύριε, πότε σὲ εἴδαμεν νὰ πεινᾷς ἢ νὰ διψᾷς ἢ νὰ εἶσαι ξένος ἢ γυμνὸς ἢ ἀσθενῇς ἢ μέσα εὶς φυλακὴν καὶ δὲν σὲ ὑπηρετήσαμεν; 45 Τότε θὰ τοὺς ἀποκριθῇ καὶ θὰ εἶπη· Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, κάθε τι ποὺ δὲν ἐκάματε εἰς ἕνα ἀπὸ αὐτούς, τοὺς ὁποίους ὁ κόσμος ἐθεώρει πολὺ μικρούς, οὔτε εἰς ἐμὲ τὸ ἐκάματε. 46 Καὶ θὰ ἀπέλθουν αὐτοὶ εἰς κόλασιν, ποὺ δὲν θὰ ἔχῃ τέλος, ἀλλὰ θὰ εἶναι αἰώνια, οἱ δὲ δίκαιοι θὰ μεταβοῦν διὰ νὰ ἀπολαύσουν ζωὴν αἰώνιον.

Όσιος Παύλος ο απλούς, 07 Μαρτίου

Ο Όσιος Παύλος ονομάστηκε «απλός», διότι ήταν αμαθής γεωργός που δεν γνώριζε τίποτα από τις έθιμοτυπίες του κόσμου. Τον στόλιζε όμως άκακο ήθος και ήταν τέλειος αγαθός ισραηλίτης, χωρίς καμμιά πονηριά και δόλο. Μέχρι τα εξήντα του, οι γεωργικές εργασίες ήταν ή κύρια ασχολία του. Αλλά η σύζυγος του ήταν εντελώς διαφορετική. Αυτή έκανε τη δήθεν ευγενή, διότι έζησε κάποτε σαν υπηρέτρια στην πόλη. Κορόιδευε λοιπόν τον Παύλο σαν κουτό και ανόητο, που χάνεται με τους σταυρούς και ξόδευε την ώρα της άνεσης του με προσευχές και ψαλμούς. Μέχρι που έφτασε στο σημείο να προδώσει τη συζυγική της πίστη!

Ο Παύλος, όταν βεβαιώθηκε αυτό, γέμισε από πολλή θλίψη και πίκρα. Στέναξε βαθειά, προσευχήθηκε και αποφάσισε να την αφήσει και να φύγει μακριά. Πήγε δε στην έρημο, κοντά στον Μέγα Αντώνιο (17 Ιανουαρίου).

Στο νέο αυτό στάδιο της ζωής του ο Παύλος, ανέπτυξε εξαίρετες ασκητικές αρετές. Θερμός στην ευσέβεια του, άδολος στην καρδιά του, ταπεινός στα φρονήματα του, πράος στο ήθος του, στολιζόταν από τα ωραιότερα χριστιανικά άνθη και είλκυσε την αγάπη του αγίου Αντωνίου. Ο Θεός μάλιστα, του έδωσε και το χάρισμα να θαυματουργεί, και έτσι θεράπευσε πολλούς δαιμονισμένους.

Κοιμήθηκε σε βαθιά γεράματα στα βάθη της ερήμου και έμεινε σαν το γνησιότερο κάτοπτρο της θείας αγαθότητας.

Απολυτίκιον. Ήχος πλ. α’. (Τον συνάναρχον Λόγον)

Της απλότητος ώφθης άνθος μυρίπνοον, παμμακάριστε Παύλε, τη καθαρά σου ψυχή, και βίωσας επί γης καθάπερ άγγελος, κατά πνευμάτων πονηρών, εξουσίαν εκ Θεού, δεξάμενος θεοφόρε, αυτών της λύμης λιταίς σου, ημάς ατρώτους διαφύλαττε.