Άγιος Γεώργιος ο Κύπριος ο Νεομάρτυρας, 23 Απριλίου

Ο Άγιος Νεομάρτυρας Γεώργιος καταγόταν από την Κύπρο. Αφού αναχώρησε από την πατρίδα του έφθασε στην Πτολεμαΐδα της Παλαιστίνης (σημερινή Άκκρα), όπου υπηρετούσε κοντά σε κάποιο ευρωπαίο πρόξενο. Εκεί, προσφέροντας τις υπηρεσίες του προς τον αφέντη του, επισκεπτόταν συχνά το σπίτι μιας φτωχής μωαμεθανής, η οποία είχε μια νεαρή θυγατέρα και αγόραζε αυγά. Κάποιες τουρκάλες γειτόνισσες, επειδή ο Γεώργιος δεν αγόραζε αυγά από αυτές, τον συκοφάντησαν ότι είχε αθέμιτες σχέσεις με τη νεαρή μωαμεθανή και με κραυγές συγκέντρωσαν μπροστά στο σπίτι της μωαμεθανής τον τουρκικό όχλο.

Ο Γεώργιος, διαμαρτυρόμενος για την προσαπτόμενη ψευδή κατηγορία, οδηγήθηκε βίαια στον ιεροδικαστή. Εκείνος μάταια προσπάθησε να τον πείσει να γίνει μουσουλμάνος προς αποφυγήν της τιμωρίας. Παρά τις προσπάθειες του κριτή και τις κολακείες ή φοβέρες του όχλου, ο Μάρτυρας παρέμεινε αμετάθετος στην πίστη, δηλώνοντας ότι Χριστιανός γεννήθηκε και Χριστιανός θέλει να πεθάνει.

Τότε ο κριτής διέταξε, το έτος 1752 μ.Χ., τον θάνατό του. Ο Μάρτυρας Γεώργιος οδηγήθηκε σε τόπο κοντά στην θάλασσα. Οι δήμιοι ανάγνωσαν την καταδίκη του σε θάνατο και προσπάθησαν πάλι με κολακείες και υποσχέσεις να επιτύχουν τον εξισλαμισμό του. Ο Μάρτυς ύψωσε τότε τα αλυσοδεμένα χέρια του στον ουρανό και ανεβόησε με φωνή μεγάλη: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου και αξίωσέ με της Βασιλείας Σου». Οι Τούρκοι τον πυροβόλησαν και ορμώντας εναντίον του διαμέλισαν το τίμιο λείψανό του διά μαχαίρας. Τότε ξαφνικά έγινε θύελλα, που συντάραξε την θάλασσα. Τα κύματα έφθασαν μέχρι το σημείο όπου έκειτο το ιερό λείψανο του Αγίου. Οι Τούρκοι φοβούμενοι απομακρύνθηκαν, οι δε Χριστιανοί παρέλαβαν το σκήνωμα του Μάρτυρος και ενταφίασαν αυτό στο ναό της Πτολεμαΐδος.

Στις 13 Απριλίου 1967 μ.Χ. τα σεπτά λείψανα του νεομάρτυρα μεταφέρθηκαν με τιμή στη Λευκωσία της Κύπρου και τοποθετήθηκαν στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Ιωάννου.

Ἀπολυτίκιον (Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε) (Πατήστε εδώ για να το ακούσετε)

Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστέ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ευαγγέλιο Κυριακής, 21 Απριλίου 2024

† ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ. «Μαρίας ὁσίας τῆς Αἰγυπτίας». Ἰανουαρίου ἱερομάρτυρος (†305). Ἀλεξάνδρας τῆς βασιλίσσης· Ἀναστασίου Α΄ Ἀντιοχείας, ὁσίου (†599)· Μαξίμου Κωνσταντινουπόλεως (†434).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Θ´ 11 – 14)

11 Αδελφοί, Χριστὸς δὲ παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ’ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, 12 οὐδὲ δι’ αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ Ἅγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος. 13 Εἰ γὰρ τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς δαμάλεως ῥαντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα, 14 πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι;

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ (Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα)

11 Ὁ Χριστὸς ὅμως, ὅταν ἦλθεν ὡς Ἀρχιερεὺς τῶν ἀγαθῶν, τὰ ὁποῖα διὰ τοὺς χρόνους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦσαν μέλλοντα, εἰσῆλθε διὰ μέσου τῆς μεγαλυτέρας καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, ἡ ὁποία δὲν κατεσκευάσθη ἀπὸ χέρια ἀνθρώπων. Τουτέστιν εἰσῆλθε ὄχι διὰ μέσου τῆς κτίσεως αὐτῆς, ἀλλὰ διὰ τοῦ σώματός του, τὸ ὁποῖον ἔγινεν ἡ τελειοτέρα σκηνὴ τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τὸ ὁποῖον, ἀφοῦ συνελήφθη ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, δὲν ἦτο ἐκ τῆς κτίσεως ταύτης, ἀλλ’ ἐκ νέας πνευματικῆς κτίσεως. 12 Οὔτε ἐχρησιμοποιήσεν ὁ Χριστὸς ὡς θυσίαν τὸ αἷμα τράγων καὶ μόσχων, ὅπως ὁ ἀρχιερεὺς τῶν Ἰουδαίων, ἀλλὰ μὲ τὸ ἰδικόν του αἷμα ἐμβῆκε μίαν φορὰν γιὰ πάντα εἰς τὰ ἐπουράνια Ἅγια καὶ ἐπέτυχε δι’ ἠμᾶς ἀπολύτρωσιν ὄχι προσωρινήν, ἀλλ’ αἰωνίαν. 13 Πράγματι δὲ ἐπέτυχεν αἰωνίαν ἀπολύτρωσιν. Διότι, ἐὰν τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ ἡ ἀναμιγνυομένη μὲ νερὸ στάκτη τῆς δαμάλεως, ποὺ κατεκαίετο εἰς τὸ θυσιαστήριον, ραντίζουσα τοὺς μολυσμένους καὶ ἀκαθάρτους δίδῃ καθαρισμὸν καὶ ἁγιασμὸν ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος, ὥστε νὰ δύνανται οὖτοι νὰ μετέχουν εἰς τὴν λατρείαν, 14 πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ αἰώνιον Πνεῦμα, ποὺ κατοικοῦσε μέσα του, προσέφερεν εἰς τὸν Θεὸν τὸν ἑαυτόν του κατὰ πάντα καθαρὸν καὶ ἐλεύθερον ἀπὸ κάθε ἠθικὴν λέραν, θὰ καθαρίση τὴν συνείδησίν σας ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, ποὺ φέρουν εἰς τὴν ψυχὴν νέκρωσιν, καὶ θὰ σᾶς ἀξιώσῃ νὰ λατρεύετε ἀξίως τὸν ζῶντα Θεόν;

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ (ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ι´ 32 – 45)

32 Τω καιρώ εκείνω, Ἦσαν ἐν τῇ ὁδῷ ἀναβαίνοντες εἰς Ἱεροσόλυμα· καὶ ἦν προάγων αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐθαμβοῦντο, καὶ ἀκολουθοῦντες ἐφοβοῦντο. καὶ παραλαβὼν πάλιν τοὺς δώδεκα ἤρξατο αὐτοῖς λέγειν τὰ μέλλοντα αὐτῷ συμβαίνειν, 33 ὅτι Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσι, 34 καὶ ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτὸν καὶ ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτὸν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται. 35 Καὶ προσπορεύονται αὐτῷ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης υἱοὶ Ζεβεδαίου λέγοντες· Διδάσκαλε, θέλομεν ἵνα ὃ ἐὰν αἰτήσωμεν ποιήσῃς ἡμῖν. 36 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Τί θέλετε ποιῆσαί με ὑμῖν; 37 οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· Δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου. 38 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι; 39 οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· Δυνάμεθα. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Τὸ μὲν ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε· 40 τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ’ οἷς ἡτοίμασται. 41 καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ Ἰακώβου καὶ Ἰωάννου. 42 ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς λέγει αὐτοῖς· Οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν. 43 οὐχ οὕτω δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ’ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, 44 καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος· 45 καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ (Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα)

32 Ἐπροχώρουν δὲ καὶ ἀνέβαιναν εἰς τὸν δρόμον πρὸς Ἱεροσόλυμα. Καὶ ἐπροπορεύετο ἀπὸ αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς κα θάμβωναν ἀπὸ θαυμασμὸν οἱ μαθηταί, ποὺ τὸν ἔβλεπαν τόσον ἄφοβα καὶ μὲ τόσον θαρραλέαν ἀπόφασιν νὰ προχωρῇ πρὸς τὴν πόλιν, ὅπου ἐπρόκειτο νὰ πάθῃ τόσα. Καὶ ἐνῷ ἀπὸ σεβασμὸν τὸν ἠκολούθουν, ἐφοβοῦντο διὰ τὰ ὅσα θὰ τοὺς εὕρισκον εἰς Ἱεροσόλυμα. Καὶ ἀφοῦ ἐπῆρεν ἰδιαιτέρως τοὺς δώδεκα, ἤρχισε νὰ τοὺς λέγῃ ἐκεῖνα, ποὺ ἔμελλον νὰ τοῦ συμβαίνουν. 33 Τοὺς ἔλεγε δηλαδή, ὅτι ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, θὰ παραδοθῇ εἰς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ εἰς τοὺς γραμματεῖς καὶ θὰ τὸν καταδικάσουν εἰς θάνατον καὶ θὰ τὸν παραδώσουν εἰς τοὺς ἐθνικοὺς στρατιώτας τῆς Ρώμης. 34 Καὶ αὐτοὶ θὰ τὸν ἐμπαίξουν καὶ θὰ τὸν μαστιγώσουν καὶ θὰ τὸν ἐμπτύσουν καὶ θὰ τὸν φονεύσουν καὶ τὴν τρίτην ἡμέρα ἀπὸ τοῦ θανάτου του θὰ ἀναστηθῇ. 35 Καὶ πηγαίνουν πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ λέγουν· Διδάσκαλε, θέλομεν νὰ μᾶς κάμῃς ἐκεῖνο, ποὺ θὰ σοῦ ζητήσωμεν. 36 Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε· Τί θέλετε νὰ σᾶς κάμω; 37 Αὐτοὶ δὲ τοῦ εἶπαν· Δός μας, ὅταν ἔλθῃς εἰς τὴν δόξαν σου καὶ θὰ ἀναβῇς εἰς τὸν ἐπίγειον βασιλικὸν θρόνον τοῦ Δαβὶδ νὰ καθίσωμεν ὁ ἕνας ἀπὸ τὰ δεξιά σου καὶ ὁ ἄλλος ἀπὸ τὰ ἀριστερά σου. 38 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· Δὲν ξεύρετε, τί ζητάτε. Δὲν εἶναι τώρα καιρὸς κοσμικῶν μεγαλείων καὶ ἀξιωμάτων, ἀλλὰ κόπων καὶ διωγμῶν καὶ θανάτου μαρτυρικοῦ. Μπορεῖτε λοιπὸν νὰ πίετε τὸ ποτήριον τοῦ θανάτου, ποὺ πρόκειται ἐγὼ μετ’ ὀλίγον νὰ πίω, καὶ νὰ βαπτισθῆτε τὸ βάπτισμα τοῦ μαρτυρίου, ποὺ μετ’ ὀλίγον θὰ ὑποστῶ; 39 Αὐτοὶ δὲ θέλοντες νὰ ἑξασφαλίσουν τὸ αἴτημά των τοῦ εἶπαν, χωρὶς νὰ τὸ σκεφθοῦν καλῶς· Δυνάμεθα. Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε· Τὸ μὲν ποτήριον τοῦ μαρτυρίου, τὸ ὁποῖον ἐγὼ ἐντὸς ὀλίγου πίνω, θὰ τὸ πίετε, καὶ τὸ βάπτισμα, τὸ ὁποῖον μετ’ ὀλίγον θὰ βαπτισθῶ εἰς τὴν θάλασσαν τῶν παθημάτων μου, θὰ βαπτισθῆτε. Διότι καὶ σεῖς θὰ ὑποστῆτε διωγμοὺς καὶ μαρτύριον διὰ τὸ εὐαγγέλιον. 40 Τὸ νὰ καθίσετε ὅμως εἰς τὰ δεξιά μου καὶ εἰς τὰ ἀριστερά μου, δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμὲ νὰ τὸ δώσω εἰς ὅποιον μοῦ τὸ ζητήσῃ, ἀλλὰ θὰ δοθῇ τοῦτο εἰς ἐκείνους, εἰς τοὺς ὁποίους ἔχει ἐτοιμασθῇ ἀπὸ τὸν δικαιοκρίτην Πατέρα μου, ποὺ κανονίζει τὰς ἀνταμοιβὰς σύμφωνα μὲ τὴν ἀρετὴν ἑκάστου. 41 Καὶ ὅταν ἤκουσαν αὐτὸ οἱ ἄλλοι δέκα μαθηταί, ἤρχισαν νὰ ἀγανακτοῦν διὰ τὴν συμπεριφορὰν αὐτὴν τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ Ἰωάννου, οἱ ὁποῖοι ἐζήτουν νὰ τοὺς παραγκωνίσουν καὶ νὰ τιμηθοῦν περισσότερον ἀπὸ αὐτούς. 42 Ὁ Ἰησοῦς δέ, ἀφοῦ τοὺς προσεκάλεσε, τοὺς εἶπε· Γνωρίζετε, ὅτι αὐτοὶ ποὺ νομίζονται καὶ φαίνονται ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν, συμπεριφέρονται πρὸς τοὺς λαούς των, ὡς νὰ ἦσαν ἀνεξέλεγκτοι κύριοί των καὶ ὡς νὰ ἦσαν οἱ λαοὶ κτήματά των. Καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν μέγα ἀξίωμα, ὅπως εἶναι οἱ ἀνθύπατοι, τοὺς μεταχειρίζονται μὲ μεγάλην ἐξουσίαν, σὰν νὰ εἶναι δοῦλοι τους. 43 Μεταξύ σας ὅμως δὲν ἠμπορεῖ οὔτε ἐπιτρέπεται νὰ γίνεται ἔτσι. Ἀλλ’ ὁποιοσδήποτε θέλει νὰ γίνῃ μεγάλος μεταξύ σας, ἂς εἶναι ὑπηρέτης σας καὶ ἂς σπουδάζῃ νὰ γίνεται ἐξυπηρετικὸς εἰς τοὺς ἄλλους. 44 Καὶ ὁποιοσδήποτε θέλει νὰ γίνῃ πρῶτος ἀπὸ σᾶς, ὀφείλει νὰ γίνῃ δοῦλος ὅλων, ἀσκῶν μὲ πᾶσαν ταπεινοφροσύνην τὴν ἀγάπην. 45 Διότι καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, δὲν ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον διὰ νὰ ὑπηρετηθῇ, ἀλλ’ ἦλθε διὰ νὰ ὑπηρετήσῃ καὶ δώσῃ τὴν ζωήν του λύτρον, ὅπως ἑξαγορασθοῦν καὶ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὸν θάνατον πολλοί.